Έρευνα: Μικρός αλλά σημαντικός ο ρόλος των γονιδίων στην ενσυναίσθηση

Στο γενετικό υπόβαθρο της ενσυναίσθησης εστιάζει μια νέα γαλλο-βρετανική μελέτη, σύμφωνα με την οποία, το κατά πόσο ένας άνθρωπος συμμερίζεται τα συναισθήματα των άλλων είναι και θέμα γονιδίων, όχι μόνο εκπαίδευσης και αλληλεπίδρασης με το περιβάλλον.

Οι δύο συνιστώσες της ενσυναίσθησης, η γνωσιακή και η συναισθηματική σχετίζονται αφενός με την ικανότητα να αναγνωρίζει κανείς τις σκέψεις και τα αισθήματα του άλλου, και αφετέρου με την ικανότητα να ανταποκρίνεται ο ίδιος συναισθηματικά στην ψυχική κατάσταση του άλλου.

Ο πρώτος Δείκτης Ενσυναίσθησης, που μετρά και τις δύο μορφές της, αναπτύχθηκε πριν από μια δεκαπενταετία από Βρετανούς επιστήμονες. Σύμφωνα με τα πορίσματα παλαιότερων μελετών, οι γυναίκες έχουν ελαφρώς πιο ανεπτυγμένη την ενσυναίσθηση από τους άντρες, ενώ ούτως ή άλλως, η ενσυναίσθηση δεν είναι εξίσου ανεπτυγμένη σε όλους τους ανθρώπους. Ακόμα, στοιχεία των ερευνών έχουν δείξει ότι, οι άνθρωποι με διαταραχή αυτισμού έχουν χαμηλότερο δείκτη ενσυναίσθησης (κυρίως της γνωσιακής).

Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, του Ινστιτούτου Παστέρ, του Πανεπιστημίου Ντενί Ντιντερό του Παρισιού, του Εθνικού Κέντρου Ερευνών της Γαλλίας (CNRS) και της εταιρείας γενετικών αναλύσεων 23andMe, με επικεφαλής τον Βρετανό καθηγητή Σάιμον Μπάρον-Κόεν και τον Τομά Μπουρζερόν (γαλλικής καταγωγής), ανέλυσαν στοιχεία για περισσότερα από 46.000 άτομα στο πλαίσιο της νέας τους μελέτης, λαμβάνοντας δείγματα σάλιου από τους συμμετέχοντες με σκοπό την ανάλυση του DNA τους.

Επιπλέον, όσοι έλαβαν μέρος στην έρευνα συμπλήρωσαν σχετικό ερωτηματολόγιο προκειμένου να αξιολογηθεί ο βαθμός της ενσυναίσθησής τους. Σύμφωνα με τα νέα δεδομένα, το ποσοστό της ενσυναίσθησης που οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες υπολογίζεται σε 10%, σε σχέση με τους υπόλοιπους παράγοντες από τους οποίους αυτή καθορίζεται (οικογενειακό περιβάλλον, εκπαίδευση κλπ). Ακόμη, από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι η μεγαλύτερη ενσυναίσθηση που παρουσιάζουν οι γυναίκες σε σχέση με τους άντρες δεν οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες (DNA).

Aν, παραδείγματος χάριν, μια γυναίκα είναι πιο συμπονετική, αυτό έχει να κάνει είτε με μη γενετικούς βιολογικούς παράγοντες (π.χ. ορμονικές επιρροές), είτε με μη βιολογικούς παράγοντες, όπως η διαφορετική ανατροφή και κοινωνικοποίηση, επισημαίνουν οι επιστήμονες.

Ο ερευνητής Βαρούν Γουόριερ ανέφερε σχετικά με τα επιστημονικά συμπεράσματα: «Η νέα μελέτη δείχνει τον μικρό αλλά σημαντικό ρόλο που τα γονίδια παίζουν στην ενσυναίσθηση. Αλλά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μόνο το 10% των διαφορών μεταξύ των ανθρώπων στην ενσυναίσθηση οφείλονται στη γενετική και το υπόλοιπο 90% εξηγούνται από μη γενετικούς παράγοντες».

Από τη μεριά του ο Μπουρζερόν, ένας από τους δύο επικεφαλείς της έρευνας, επεσήμανε: ότι «η νέα μελέτη δείχνει ότι τα γονίδια παίζουν ένα ρόλο στην ενσυναίσθηση, όμως δεν έχουμε εντοπίσει τα συγκεκριμένα γονίδια που εμπλέκονται. Το επόμενο βήμα μας θα είναι να επαναλάβουμε την έρευνα με μεγαλύτερο γενετικό δείγμα».

Λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα της μελέτης, οι ερευνητές κατέληξαν επίσης στο συμπέρασμα ότι, οι γενετικοί παράγοντες που έχουν σχέση με τη χαμηλότερη ενσυναίσθηση, σχετίζονται επίσης με υψηλότερο κίνδυνο για αυτισμό.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος