Για πόσο ακόμα η Ευρώπη θα είναι ελκυστική;

Του Γιώργου Χ. Παπαγεωργίου

Οι διαλυτικές τάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης εμφανίστηκαν αμέσως μετά την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης το 2008, αλλά ανασχέθηκαν, έστω κι αν αυτό έγινε με καθυστέρηση, με λάθος τρόπο και με πολλές παλινωδίες.

Σήμερα καθώς το προσφυγικό πρόβλημα διογκώνεται, οι τάσεις διάλυσης εμφανίζονται ισχυρότερες, ενώ επικρατεί η ίδια καταστροφική μεθοδολογία στη διαχείριση των προβλημάτων.

Το λογικό συμπέρασμα είναι ότι το μέλλον της «ενωμένης Ευρώπης» είναι τουλάχιστον αβέβαιο.

Η επόμενη ημέρα της Συνόδου Κορυφής της περασμένης εβδομάδας βρήκε την Ε.Ε. σε μια πρωτοφανή κατάσταση. Οι δεσμεύσεις των 28 αρχηγών κρατών για ανοιχτά σύνορα εκ των πραγμάτων τείνουν να καταστούν κενό γράμμα, καθώς αναπτύσσεται μια δυναμική για παραβίαση των αποφάσεων, λίγα μόλις εικοσιτετράωρα μετά τις επίσημες ανακοινώσεις.

Το γεγονός ότι οι αποφάσεις του κορυφαίου πολιτικού οργάνου αμφισβητούνται δεν αποτελεί μόνο σύμπτωμα δυσλειτουργίας, αλλά και ένδειξη υπαρξιακής κρίσης.

Το χειρότερο είναι ότι η Ε.Ε. αντιμετωπίζει και το προσφυγικό με την τακτική της «στρουθοκαμήλου», όπως έκανε και με την οικονομική κρίση. Ενώ, δηλαδή, οι προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές αποτελούν κατ΄εξοχήν ευρωπαϊκό πρόβλημα, το βάρος μεταφέρεται στη χώρα που βρίσκεται πιο εκτεθειμένη, την Ελλάδα.

Το ίδιο ακριβώς έγινε και με την υπερχρέωση της χώρας μας, η οποία ασφαλώς οφείλεται σε δικές μας κακές επιλογές αλλά ήταν αναμφίβολα και αποτέλεσμα της δομής της ευρωζώνης.

Επειδή, όμως, οι ισχυρότεροι εταίροι δεν έχουν συμφέρον να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα αυτά ως ευρωπαϊκά, όπως πραγματικά είναι δεν αναζητούνται κοινές λύσεις και το κόστος πέφτει στις πλάτες του πιο αδύναμου κρίκου.

Ουσιαστικά, μπροστά στο μέγεθος του προσφυγικού προβλήματος, πολλές χώρες υιοθετούν την τακτική του «ο καθένας για τον εαυτό του» και ο «σώζων εαυτόν σωθήτω». Εάν, όμως, κάνουμε μια προβολή στο μέλλον υποθέτοντας ότι η τακτική αυτή θα συνεχιστεί, είναι βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα η Ευρωπαϊκή Ένωση όπως την ξέρουμε θα είναι μια θολή ανάμνηση, ένα θεσμικό πείραμα του 20ου αιώνα που απέτυχε στις αρχές του 21ου.

Φαίνεται, μάλιστα, ότι η πιθανότητα να συμβεί κάτι τέτοιο δεν είναι ισχυρή μόνο ως αποτέλεσμα της πολιτικής αβελτηρίας κάποιων χωρών ή κάποιων ελίτ, αλλά και επειδή η κοινή γνώμη σε πολλές χώρες αναπτύσσει όλο και μεγαλύτερες επιφυλάξεις για την ευρωπαϊκή ενοποίηση.

Τη στιγμή που οι επιφυλάξεις των πολιτών για το ευρώ ενισχύθηκαν λόγω της οικονομικής κρίσης, ήρθε το προσφυγικό για να φέρει και φόβους για τα ανοιχτά σύνορα.

Δύο βασικά θεμέλια της «ενωμένης Ευρώπης» κλονίζονται.

Η ευρωπαϊκή επιλογή της χώρας μας έχει καθαρά πολιτικά ελατήρια. Αυτός ήταν και ο λόγος που η χώρα αποφάσισε να συμμετάσχει στο ευρώ, παρότι υπήρχαν εξ αρχής ερωτήματα για την οικονομική σκοπιμότητα της κίνησης αυτής.

Η συμμετοχή στο ευρώ υποτίθεται ότι θα διασφάλιζε τη συμμετοχή στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης και θα της επέτρεπε να συμμετέχει ισότιμα στη λήψη αποφάσεων και τη διαμόρφωση της μελλοντικής εικόνας. Ήταν μια ευκαιρία που δεν έπρεπε να χαθεί.

Ύστερα από έξι χρόνια μνημονίων, η ισότιμη συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων έχει προ πολλού χαθεί και η οικονομική δυσπραγία έχει γονατίσει την πλειονότητα των πολιτών.

Η κοινή γνώμη προκρίνει την παραμονή στο ευρώ, όχι για τα οικονομικά πλεονεκτήματα του κοινού νομίσματος, αλλά επειδή φοβάται ότι έξω από αυτό θα συμβούν χειρότερα.

Ταυτόχρονα η προσφυγική κρίση δημιουργεί πρωτοφανή οικονομική και κοινωνική πίεση, ενώ οι εταίροι μας σφυρίζουν αδιάφορα.

Η Ελλάδα βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού, στην πιο δύσκολη θέση και είναι βέβαιο ότι εάν δεν αλλάξουν οι πολιτικές της Ε.Ε. η ευρωπαϊκή κατεύθυνση της κοινωνίας θα δοκιμαστεί σοβαρά.

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος