Mεταναστευτικό: Οι αδύναμες αποφάσεις της ΕΕ

Η διαχείριση του μεταναστευτικού και προσφυγικού ζητήματος είναι και θα παραμείνει για χρόνια από τα κρισιμότερα για την ΕΕ. Το θέμα ήταν από τα κυριότερα στην ατζέντα του Eυρωπαϊκού Συμβουλίου 25-26/6, το οποίο έπρεπε να δώσει συνέχεια στις ιδέες που αναπτύχθηκαν στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής της 23ης Απριλίου και στις θέσεις που επεξεργάστηκε και ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 27 Μαΐου.

Οι αποφάσεις του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για το μεταναστευτικό

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συζήτησε εκτενώς για την αντιμετώπιση του προσφυγικού και της μετανάστευσης, αποδεχόμενο τα όσα ετέθησαν στις 23/4 στη Σύνοδο και εκείνα που προτάθηκαν από την Κομισιόν στις 27/5, κάνοντας χρήση του μηχανισμού αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, που προβλέπει το άρθρο 78 παράγραφος 3 της Συνθήκης της Λισαβόνα Έτσι, όσον αφορά την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτών που κάνουν αίτηση για άσυλο στις χώρες μέλη και για την αποσυμφόρηση εκείνων που δέχονται τη μεγαλύτερη πίεση, οι ηγέτες της ΕΕ συμφώνησαν για μετεγκατάσταση 40.000 προσώπων από την Ιταλία και την Ελλάδα σε άλλα κράτη μέλη κατά την προσεχή διετία. Κατέληξαν, επίσης, σε ένα σχέδιο εγκατάστασης και επανεγκατάστασης στις χώρες της ΕΕ ακόμη 20.000 προσώπων που βασικά διαβιούν εκτός Ευρώπης και η ζωή τους διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας γεωπολιτικών ή ανθρωπιστικών κρίσεων.

Επίσης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο όρισε πολιτική επιστροφής για μετανάστες που δεν έχουν κανένα νόμιμο δικαίωμα να εισέλθουν στην ΕΕ, οι δε ηγέτες της ΕΕ τόνισαν ότι θα πρέπει να επιταχυνθούν οι διαπραγματεύσεις με τις τρίτες χώρες (μεταξύ των οποίων αναφέρεται και η Τουρκία) για την επανεισδοχή. Επιπλέον, συμφώνησαν να ενισχύσουν τις εξουσίες του Frontex ώστε να βοηθά τους παράνομους μετανάστες να επιστρέφουν στις χώρες τους.

Έγιναν, επίσης, αποδεκτές οι προτάσεις της Κομισιόν, που θέλουν τους μετανάστες να δίδουν δακτυλικά αποτυπώματα κατά την άφιξή τους για να υπάρχει μια καταγραφή. Ακόμη, επαναλαμβάνεται η βούληση για ελέγχους και διασώσεις στο θαλάσσιο χώρο της Ν. Μεσογείου, καθώς και για δράση κατά των διακινητών, με την καταστροφή ύποπτων σκαφών και υποδομών, ενδεχομένως και στις ακτές της Λιβύης (χωρίς κάτι τέτοιο να αναφέρεται ρητώς).

Απροθυμία των εταίρων, παρά τους μικρούς αριθμούς μετεγκαταστάσεων

Από την ανάγνωση, πάντως, αυτών των περιορισμένης έκτασης αποφάσεων και ιδίως των μικρών αριθμών που έχουν προβλεφθεί για μετεγκαταστάσεις και επανεγκαταστάσεις, διαπιστώνει κανείς πόσο ελλειμματική είναι και παραμένει η πολιτική της ΕΕ για την αντιμετώπιση του προσφυγικού και μεταναστευτικού ζητήματος. Π.χ. οι 40.000 που αποφασίστηκε να μετεγκατασταθούν από την Ιταλία και την Ελλάδα σε άλλα κράτη μέλη –και μάλιστα σε βάθος διετίας- είναι ένας μικρός αριθμός των αιτούντων άσυλο που δέχεται η δική μας χώρα και η γειτονική. Ακόμη, μόνο τους τελευταίους 12 μήνες οι αιτούντες άσυλο έχουν φτάσει στις 600.000 στο σύνολο της ΕΕ. Επίσης, σχεδόν ασήμαντος είναι ο αριθμός των 20.000 ανθρώπων που βρίσκονται σε κίνδυνο πέριξ της Ευρώπης και οι οποίοι προβλέφθηκε να γίνουν αποδεκτοί στις χώρες μέλη, σε σχέση με όσους διαβιούν σε επικίνδυνες ζώνες, σε στρατόπεδα προσφύγων, προσωρινούς ή και παράνομους καταυλισμούς κλπ.

Όμως και γι’ αυτούς τους περιορισμένους αριθμούς έχουν υπάρξει τις προηγούμενες εβδομάδες ισχυρές αντιδράσεις από σειρά χωρών. Η Βρετανία, η Ιρλανδία και η Δανία δε θα συμμετάσχουν καθόλου στα προγράμματα μετετεγκατάστασης και επανεγκατάστασης λόγω ειδικών συμφωνιών με την ΕΕ στα θέματα εσωτερικής ασφάλειας και Συνθήκης Σένγκεν. Επίσης πολλές χώρες της δυτικής και κεντρικής Ευρώπης, όπως η Γαλλία, η Ισπανία και η Τσεχία έχουν εκφράσει τις αντιρρήσεις τους, ενώ στα Βαλτικά κράτη έχει ξεκινήσει συζήτηση αν στην κατανομή των ποσοστώσεων θα πρέπει να ληφθεί υπόψη να μην σταλούν πολλοί πρόσφυγες και μετανάστες από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

Η αντίσταση, πάντως, των χωρών μελών της ΕΕ έχει διαφορετικές αιτίες, όπως εξηγεί σε ειδική μελέτη του το ινστιτούτο ευρωπαϊκών και οικονομικών ερευνών Bruegel. «Κάποιες χώρες δέχονται τεράστια πίεση από την παράνομη μετανάστευση, άλλες δέχονται μεγάλο αριθμό αιτούντων άσυλο και ορισμένες δεν αντιμετωπίζουν καθόλου αυτό το πρόβλημα». «Η τραγωδία στη Μεσόγειο εκτυλίσσεται υπό το φως της δημοσιότητας, αλλά πίεση από τη μετανάστευση υπάρχει και αλλού στην ΕΕ, κυρίως από την Ουκρανία», υπογραμμίζει το Bruegel, εκφράζοντας επιφυλάξεις σχετικά με το αν μπορεί να εφαρμοστεί ένα σύστημα ποσοστώσεων στην τρέχουσα κατάσταση.

Η κρίση με την Ουγγαρία και ο «δρόμος των Δ. Βαλκανίων»

Από την άλλη, τα προηγούμενα 24ωρα της Συνόδου Κορυφής αναταραχή προκλήθηκε στην Ένωση από την εξαγγελία της Ουγγαρίας να αναστείλει μονομερώς τη συμμετοχή της στη Συνθήκη Δουβλίνο ΙΙΙ. Αυτό θα σήμαινε ότι η Ουγγαρία δε θα δεχόταν πλέον να επιστρέψουν στο έδαφός της οι πρόσφυγες που μπήκαν στην ΕΕ μέσω αυτής, αλλά κατόπιν έφυγαν για κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα.

Τελικά, υπό την πίεση της ΕΕ και των σφοδρών αντιδράσεων της γειτονικής και κυρίως θιγόμενης Αυστρίας, η Ουγγαρία υπαναχώρησε προς το παρόν στην απόφαση για την αναστολή της ισχύος της εν λόγω Συνθήκης, αν και η κυβέρνηση της ζήτησε επίσης «την υπομονή» των ευρωπαίων εταίρων της στην πράξη, πριν υποδεχθεί και άλλους «παράνομους μετανάστες…». Επίσης, στις 17 Ιουνίου η Ουγγαρία είχε ανακοινώσει ότι θα κατασκευάσει έναν φράχτη ύψους 4 μέτρων και μήκους 175 χιλιομέτρων στα σύνορά της με τη Σερβία, προκαλώντας και πάλι την έντονη αντίδραση τόσο των Βρυξελλών όσο, αυτή τη φορά, και της Σερβίας, με την οποία έχει κοινά σύνορα από τα οποία γίνονται οι περισσότερες διελεύσεις προς το έδαφός της.

Πάντως, οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ εισηγήθηκαν την περασμένη Δευτέρα και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δέχθηκε χθες να δοθεί, στο εξής, από την Ένωση ειδική προσοχή στον λεγόμενο «Δρόμο των δυτικών Βαλκανίων», που ακολουθούν ολοένα και περισσότεροι μετανάστες. Αν και αυτό δεν γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό σε εμάς στην Ελλάδα λόγω των μεγάλων προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών στα δικά μας σύνορα, σύμφωνα με την Frontex, ο αριθμός των μεταναστών που περνούν από τον άξονα των Δ. Βαλκανίων για να εισέλθουν στον έδαφος της ΕΕ αυξήθηκε κατά 880% τους πρώτους μήνες του 2015 σε σχέση με το 2014, χρησιμοποιούμενος κυρίως από ανθρώπους που φεύγουν διωγμένοι από τον πόλεμο στο Ιράκ, τη Συρία και το Αφγανιστάν, από ορισμένες αφρικανικές χώρες αλλά και από το Κοσσυφοπέδιο.

Οι περιορισμένες αρμοδιότητες της ΕΕ για προσφυγική και μεταναστευτική πολιτική

Απ΄ την άλλη πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η ΕΕ διαθέτει –προς το παρόν- ιδιαίτερα περιορισμένες αρμοδιότητες στα ζητήματα διαχείρισης των προσφύγων και μεταναστών. Έτσι, π.χ. η θέσπιση κοινών ελάχιστων προτύπων και διαδικασιών για τους αιτούντες άσυλο σκοπό έχει να εξασφαλίσει ένα επίπεδο προστασίας γι’ αυτούς που το χρειάζονται και να αποτρέψει την κατάχρηση των εθνικών συστημάτων παροχής ασύλου.

Τα κράτη μέλη της ΕΕ εργάζονται επίσης για την ανάπτυξη μιας στοιχειώδους ευρωπαϊκής πολιτικής για τους μετανάστες, η οποία θα αξιοποιεί τις δυνατότητες της νόμιμης μετανάστευσης και παράλληλα θα αντιμετωπίζει, σε ένα βαθμό, τις προκλήσεις της παράτυπης μετανάστευσης. Θεωρητικά, δε, στόχος είναι να ληφθούν υπόψη οι προτεραιότητες και οι ανάγκες κάθε χώρας της ΕΕ και να ενθαρρυνθεί η ενσωμάτωση των υπηκόων τρίτων χωρών στις κοινωνίες υποδοχής τους. Ακόμη, η ΕΕ επιδιώκει τη συνεργασία με τις χώρες προέλευσης και διέλευσης των μεταναστών, έτσι ώστε να γίνεται καλύτερη διαχείριση της νόμιμης μετανάστευσης και να αναχαιτισθεί η παράτυπη μετανάστευση. Αυτό, όμως, πολλές φορές λειτουργεί ελλειμματικά ή προβληματικά, όπως π.χ. συμβαίνει με την περίπτωση της Τουρκίας.

Επίσης, οι κοινοτικές αρχές επιμένουν πως για να μπορούν οι πολίτες να κυκλοφορούν ελεύθερα σε όλη την ΕΕ, πρέπει να διενεργούνται αποτελεσματικοί έλεγχοι σε όλα τα σημεία εισόδου στην Ένωση. Έτσι, οι χώρες της ΕΕ δίνουν έμφαση στους καλύτερους ελέγχους στα εξωτερικά σύνορα, διευκολύνοντας, παράλληλα, την είσοδο στην Ένωση των ατόμων που έχουν ένα τέτοιο δικαίωμα. Τη δε επιχειρησιακή συνεργασία των χωρών μελών στα θέματα αυτά είναι που διαχειρίζεται ο οργανισμός για τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, δηλαδή η FRONTEX .

Αλήθειες και μύθοι για το Δουβλίνο ΙΙ και III

Ο περίφημοι Κανονισμοί Δουβλίνο ΙΙ, ΙΙΙ κλπ είναι νομικά κείμενα που θεσπίστηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και καθορίζουν τη χώρα η οποία θα είναι υπεύθυνη για να δώσει άσυλο στον αιτούντα πρόσφυγα. Ο κανονισμός του Δουβλίνου ΙΙ (ή Κανονισμός 343/2003 ) αντικαθιστά τη σύμβαση του Δουβλίνου του 1990 η οποία όριζε τα κριτήρια για τον προσδιορισμό του αρμόδιου κράτους όσον αφορά την εξέταση αίτησης ασύλου. Όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ εφαρμόζουν τον κανονισμό καθώς και η Νορβηγία, η Ισλανδία, η Ελβετία και το Λιχτενστάιν. Ο εν λόγω Κανονισμός αντικαταστάθηκε με τη σειρά του από τον Κανονισμό Δουβλίνο ΙΙΙ που ετέθη σε ισχύ από 1/1/2014, διατηρώντας και επεκτείνοντας το πνεύμα των προηγουμένων.

Σύμφωνα με τους εν λόγω Κανονισμούς, ο μετανάστης δικαιούται να ζητήσει άσυλο στην ευρωπαϊκή χώρα στην οποία θα εισέλθει την πρώτη φορά. Π.χ. οι μετανάστες που εισέρχονται στην Ελλάδα και κατόπιν μεταβαίνουν σε άλλη χώρα για να αιτηθούν άσυλο θα πρέπει, σύμφωνα με τον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙ, αλλά και τον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙΙ να επιστρέφονται πίσω στη χώρα μας.

Ωστόσο, λόγω των ιδιαίτερων προβλημάτων εφαρμογής του ασύλου στην Ελλάδα, οι κανονισμοί αυτοί από το 2010-2011 βρίσκονταν άτυπα σε επανεξέταση. Από δε τον Απρίλιο του 2011, μετά από έκθεση της Γαλλίδας Σοσιαλίστριας Ευρωβουλευτού Σιλβί Γκιγιόμ, που υπερψηφίστηκε από την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έγινε σύσταση στα κράτη μέλη να μην εφαρμόζουν πάντα την αρχή της επαναπροώθησης των αιτούντων άσυλο στην πρώτη χώρα εισόδου στην Ευρώπη. Τέλος, στις 21 Δεκεμβρίου 2011 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι κινδυνεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα των μεταναστών που επιστρέφουν ειδικά στην Ελλάδα μέσω του Κανονισμού Δουβλίνο ΙΙ, απόφαση που χαρακτηρίστηκε ότι ανατρέπει defacto τον Kανονισμό Δουβλίνο ΙΙ.

Πάντως, ο εν λόγω κανονισμός, όπως και αυτός που τον διαδέχθηκε, θέτει την αρχή ότι ένα μόνο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση μιας αίτησης ασύλου. Στόχος είναι η αποφυγή της αποστολής των αιτούντων άσυλο από τη μια χώρα στην άλλη, αλλά επίσης η αποτροπή της κατάχρησης του συστήματος με την υποβολή περισσοτέρων αιτήσεων ασύλου από ένα μόνο άτομο. Επομένως, ορίζονται αντικειμενικά και ιεραρχημένα κριτήρια, προκειμένου να προσφέρουν τη δυνατότητα προσδιορισμού, για κάθε αιτούντα άσυλο, του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο.

Εν τέλει η Ελλάδα, παρά την άτυπη αναστολή του Δουβλίνου ΙΙ και III ως προς αυτήν, παραμένει ουσιαστικά εγκλωβισμένη σε ευρωπαϊκούς κανονισμούς που υπέγραψε πριν μερικά χρόνια, χωρίς να εξασφαλίσει τα κατάλληλα ανταλλάγματα, εκτός από τις κοινοτικές ενισχύσεις για τη Frontex και τα κέντρα κράτησης.. Ετσι, ως χώρα υποδοχής, είναι υποχρεωμένη να διαχειριστεί ένα τεράστιο πρόβλημα -ευρωπαϊκό κατ’ ουσίαν- που θα διαρκέσει επί μακρόν και με δεδομένη τη δυσχερή οικονομική της κατάσταση. Ότι κι αν λέγεται, ο όγκος των μεταναστών ή και των προσφύγων που δέχεται η χώρα κάθε χρόνο είναι αδύνατο να απορροφηθούν από την ελληνική κοινωνία και οικονομία σε συνθήκες νομιμότητας και ομαλότητας. Επίσης, μια νέα διάσταση του προβλήματος είναι η έξαρση του ισλαμικού εξτρεμισμού- όπως με τραγικό τρόπο επιβεβαιώθηκε ξανά αυτές τις μέρες -με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του εισαγόμενου πλήθους των μεταναστών από χώρες που παράγουν «μαχητές του Ισλαμικού Κράτους». Η χώρα μας δεν έχει τα κατάλληλα μέσα να διαχειριστεί μια τέτοια κατάσταση ενώ οι Ευρωπαίοι, προστατευμένοι από το Δουβλίνο ΙΙ και III, κατ΄ ουσία αδιαφορούν.

Υπάρχουν βέβαια φωνές στην Ελλάδα που υποστηρίζουν την έξοδο της χώρας από την εν λόγω Συνθήκη και την έκδοση ταξιδιωτικών εγγράφων τους μετανάστες ώστε το πρόβλημα να μετακυλιστεί στους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Όμως, οι εισηγητές τέτοιων θέσεων ξεχνούν κάτι βασικό. Οι Κανονισμοί Δουβλίνο ΙΙ και τώρα III «πηγαίνουν πακέτο» με τη συνθήκη Σέγκεν. Αυτό αφενός σημαίνει ότι οι Έλληνες πολίτες θα χάσουν το προνόμιο να ταξιδεύουν μόνο με την ταυτότητα τους στις χώρες της Ευρώπης και θα χρειαστεί να εκδώσουν ξανά διαβατήρια, εξέλιξη-πισωγύρισμα για τη χώρα. Αφετέρου, τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ στην περιοχή θα πάψουν να είναι τα ελληνικά και θα μετατεθούν στα επόμενα γεωγραφικώς κράτη μέλη, τα οποία, τότε εκείνα, αφού θωρακιστούν, θα μας επιστρέφουν μέρος τουλάχιστον των μεταναστών που θα έχουν διέλθει από ελληνικό έδαφος.

Έτσι, το σίγουρο είναι ότι η χώρα μας θα πρέπει σε συνεργασία και με άλλα ενδιαφερόμενα για το πρόβλημα κράτη όπως Ιταλία, Ισπανία, Κύπρο, Μάλτα, Βουλγαρία κλπ. να ανοίξει μια επαναδιαπραγμάτευση για αυτούς τους Κανονισμούς και να θέσει τους υπόλοιπους εταίρους προ των ευθυνών τους ώστε να βελτιώσει θεσμικά τους σχετικούς όρους. Άλλωστε η πρόσφατη αντίδραση της ΕΕ και των γειτονικών χωρών στην πρόθεση της Ουγγαρίας για μονομερή αμφισβήτηση αυτών των κανόνων και η άμεση αναδίπλωση της τελευταίας είναι ενδεικτική για το τι θα μπορούσε να συμβεί και σε εμάς αν αποφασίζαμε να δράσουμε με τέτοιο τρόπο.

Ρεπορτάζ-Ανάλυση: Πολυδεύκης Παπαδόπουλος

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος