«Νεκρές ώρες»: γράφει ο Βασίλης Δανέλλης

ΕΝΑΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ, ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ
Επιμέλεια: Μαρία Σφυρόερα

Οι Νεκρές ώρες είναι ο εσωτερικός μονόλογος ενός εκτελεστή. Είναι ένας μονόλογος κοφτός, σχεδόν ασθματικός, και σε μεγάλο βαθμό αποσπασματικός. Παρακολουθούμε αυτόν τον πληρωμένο δολοφόνο μόνο κατά τη διάρκεια της δουλειάς του, δηλαδή από εκτέλεση σε εκτέλεση, γιατί όπως εξηγεί κι ο ίδιος: «Παίζουμε τον Θεό. Είμαστε άγρια ζώα. Το μόνο που έχει σημασία είναι να βγάλουμε τη μέρα. Αυτή είναι η ιστορία μου. Γεμάτη μέρες που χρειάστηκε να δείξω τα νύχια μου. Κι άλλες τόσο αδιάφορες που θα ήταν σπατάλη χαρτιού».

Η γραφή μπορεί να ξενίσει στην αρχή τον αναγνώστη, ίσως και να τον δυσκολέψει, καθώς του επιβάλει έναν συγκεκριμένο ρυθμό ανάγνωσης. Οι προτάσεις είναι σύντομες, πολλές φορές μονολεκτικές, μοιάζουν με χτύπους ρολογιού που μετράει τον χρόνο αντίστροφα. Αυτό είναι και το κεντρικό θέμα του βιβλίου. Το κεντρικό θέμα πίσω από την πλοκή: Ο χρόνος, ο μεγάλος Εκτελεστής. Μας σκοτώνει όλους, έναν έναν, χωρίς συναισθηματισμούς, ασταμάτητος, αμείλικτος. Μπροστά του, ακόμα κι ο καλύτερος επαγγελματίας δολοφόνος –κι αυτός στις Νεκρές ώρες είναι πράγματι πολύ καλός– μοιάζει ευάλωτος, ανυπεράσπιστος, ανήμπορος.

Πέρα από τον χρόνο, ο εκτελεστής έχει κι άλλους συμβολισμούς. Συμβολίζει τον άνθρωπο που παραμένει προσηλωμένος στον στόχο του, που δεν επιτρέπει στα συναισθήματα ή την ηθική του να τον επηρεάζουν, που αν χρειαστεί –και σ’ αυτή την περίπτωση χρειάζεται– δεν έχει προσωπική ζωή προκειμένου να παραμείνει αποτελεσματικός στη δουλειά του. Ή, όπως το θέτει ο Νεοκλής Γαλανόπουλος σε μια ενδιαφέρουσα κριτική του βιβλίου, συμβολίζει τον «άνθρωπο-αυτόματο». Είναι μια ακραία μορφή υπαλλήλου, ενός τεχνοκράτη, η εργασία του οποίου, με τη σειρά της, παράγει βία στην πιο ακραία μορφή της. Εξάλλου δεν είναι τυχαίο που συχνά αποκαλούμε τους τεχνοκράτες «εκτελεστικά όργανα». Η βία που ασκεί –με απάθεια, χωρίς ηθικούς δισταγμούς ή τύψεις– αντανακλά και ταυτόχρονα είναι απότοκο της βίας που ασκεί πάνω του –και πάνω μας– η σύγχρονη κοινωνία. Με δυο λόγια, ο εκτελεστής είναι άλλη μια ενσάρκωση της κοινοτοπίας του κακού.

Εγκλωβισμένος στον εσωτερικό κόσμο ενός πληρωμένου δολοφόνου, ο αναγνώστης νιώθει κάπως άβολα στην αρχή. Δυσκολεύεται να ταυτιστεί μαζί του, αλλά το βιβλίο τον αναγκάζει. Όταν πια συνηθίσει μέσα το πετσί του, διαπιστώνει ότι αυτός ο ψυχρός εκτελεστής, παρόλο που μοιάζει άτρωτη μηχανή, έχει «ρωγμές», ανθρώπινες αδυναμίες: Φοβάται τα γηρατειά, τη φθορά που προκαλεί ο χρόνος, τη μοναξιά. Έχει ανάγκη την ανθρώπινη επαφή, τη συντροφικότητα. Τα αξίζει όμως ή πρέπει να υποφέρει για να τιμωρηθεί; Η απάντηση μοιάζει εύκολη τώρα, αλλά ελπίζω ότι ο αναγνώστης θα προβληματιστεί, θα σκεφτεί δυο φορές πριν αποφασίσει.

Εκτός από τη γραφή, αποσπασματική είναι και η πλοκή. Συνεχίζοντας την προηγούμενη σκέψη του, ο εκτελεστής καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: «Δεν είναι μυθιστόρημα η ζωή μου. Μοιάζει με υβρίδιο νουβέλας και συλλογής διηγημάτων. Ναι, αυτό είναι». Ναι, αυτό είναι. Κάθε κεφάλαιο στις Νεκρές ώρες έχει αρχή, μέση, μυστήριο, ανατροπή και τέλος. Μπορεί να διαβαστεί μόνο του, ως διήγημα. Αυτά τα «διηγήματα», όμως, φτιάχνουν όλα μαζί μια ιστορία. Μια ιστορία που ο πρωταγωνιστής της –και από κοντά του ο αναγνώστης– κατανοεί μόνο στο τέλος. Αυτή είναι μια φόρμα που με γοητεύει από παλιά, όταν ακόμα δεν μπορούσα να την χειριστώ (και γι’ αυτό δεν το έκανα πιο νωρίς), γιατί μοιάζει με την πραγματική ζωή: Πρώτα τη ζούμε και μετά αντιλαμβανόμαστε –ή κατασκευάζουμε– την «πλοκή» της, εκείνο το νήμα που συνδέει σκόρπιες εμπειρίες, κάποιες επιτυχίες ή αναποδιές που είχαμε, τη μία ή την άλλη απόφαση που πήραμε, τις παλινδρομήσεις που κάναμε, ώστε να αποκτήσει νόημα η διαδρομή μας.

«Νεκρές ώρες»: γράφει ο Βασίλης ΔανέλληςΗ φόρμα αυτή όμως επιτυγχάνει έναν ακόμα σκοπό: Η πραγματική ιστορία μένει ουσιαστικά έξω από το βιβλίο. Για την ακρίβεια, θα μπορούσε να είναι ένα άλλο βιβλίο. Οι Νεκρές ώρες είναι στην πραγματικότητα η ιστορία ενός ασήμαντου πιονιού σε μια μεγάλη παρτίδα σκάκι, ή, για να χρησιμοποιήσω άλλη μια φορά τα λόγια του ίδιου του ήρωα, «δεν έχει σημασία η παρτίδα. Η σκακιέρα είναι μεγάλη κι από την γωνιά μου δεν την βλέπω όλη. Όχι πως κάνει διαφορά. Δεν καταλαβαίνω από τακτικές και ελιγμούς.Αυτά είναι για άλλους. Εγώ κινούμαι μόνο μπροστά. Ένα τετράγωνο τη φορά. Θα κάνω λοιπόν τη δουλειά όσο καλύτερα μπορώ».

Αυτή είναι, ίσως, και η μεγαλύτερη φιλοδοξία αυτού του βιβλίου, να πείσει τον αναγνώστη ότι ένας δευτερεύων χαρακτήρας αξίζει να έχει τη δική του ιστορία, στην οποία πρωταγωνιστεί. Και κατ’ επέκταση, πως κάθε άνθρωπος, όσο ασήμαντος ή συνηθισμένος κι αν φαίνεται, ζει μια ζωή γεμάτη περιπέτειες κι ανατροπές.

Βασίλης Δανέλλης

«Νεκρές ώρες»: γράφει ο Βασίλης Δανέλλης
Το noir μυθιστόρημα του Βασίλη Δανέλλη Νεκρές ώρες κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη (σελ. 144, τιμή: € 10,60)

Στο εξώφυλλο: ©pixnio/Sebastian Voortman

«Νεκρές ώρες»: γράφει ο Βασίλης ΔανέλληςΟ Βασίλης Δανέλλης γεννήθηκε το 1982 στην Αθήνα. Από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν τέσσερα μυθιστορήματά του: Νεκρές ώρες (2017), Άνθρωπος στο τρένο (2016), Λιβάδια από ασφοδίλι (2014) και Μαύρη μπίρα (2011). Επίσης, έχει επιμεληθεί μαζί με τον Γιάννη Ράγκο το BalkaNoir (Καστανιώτης, 2018), μια συλλογή με αστυνομικά διηγήματα από επτά βαλκανικές χώρες. Ο Άνθρωπος στο τρένο ήταν υποψήφιο για τρία λογοτεχνικά βραβεία, ενώ η Μαύρη μπίρα έχει μεταφραστεί στα τουρκικά. Έχει γράψει διηγήματα για διάφορους συλλογικούς τόμους, περιοδικά και το ραδιόφωνο, ενώ διηγήματά του έχουν μεταφραστεί και συμπεριληφθεί σε συλλογικούς τόμους και περιοδικά στην Τουρκία και τη Σλοβενία. Είναι ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας (Ε.Λ.Σ.Α.Λ.) και μέλος της συντακτικής ομάδας της επιθεώρησης αστυνομικής λογοτεχνίας «ΠΟΛΑΡ».

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος