Ο Antonio Ungar γράφει στις “Βιβλιοπαρουσιάσεις”

[blocktext align=”left”]ΕΝΑΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ, ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ
Επιμέλεια: Μαρία Σφυρόερα[/blocktext]

Χαμένη αθωότητα:

Η Κολομβία είναι μια χώρα μεγάλων αντιθέσεων. Παρότι προικισμένη με μια προνομιακή γεωγραφική θέση, μεταξύ Ειρηνικού και Ατλαντικού ωκεανού, και πλούσια σε φυσικούς πόρους, η ιστορία της έχει σημαδευτεί από τη βία. Μια βία που γεννιέται από τις βαθιές κοινωνικές ανισότητες, τα κατάλοιπα της αποικιοκρατικής νοοτροπίας και την εθνοτική ποικιλότητα. Από τη δεκαετία του ’70 και έπειτα, αυτή η προαιώνια βία επιδεινώθηκε έτι περαιτέρω εξαιτίας του ναρκοεμπορίου.

Πρόκειται για ένα εμπόριο η ζήτηση των προϊόντων του οποίου, εξαιτίας εκατομμυρίων καταναλωτών στον αναπτυγμένο κόσμο, ολοένα και αυξάνεται. Δεκαετίες τώρα, ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης αυτού του προβλήματος υπήρξε η στρατιωτική ή/και αστυνομική καταστολή. Ως αποτέλεσμα αυτής της αντίφασης ήταν ότι σε ένα περίπλοκο και απέραντο κράτος, με ένα προνομιακό για την παραγωγή φύλλων κόκας κλίμα, οι εκδηλώσεις βίας απέκτησαν ποικίλες εκφάνσεις.

Αυτό που οι Αμερικανοί αποκαλούν με πομπώδη τρόπο «Ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών» είναι μια μάχη χαμένη από χέρι. Τα περισσότερα από τα χρήματα που παράγει η κοκαΐνη παραμένουν στον αναπτυγμένο κόσμο, δεδομένου ότι το κόστος του προϊόντος πολλαπλασιάζεται εκθετικά στη διαδρομή από τους αγρούς της Κολομβίας μέχρι τους δρόμους της Νέας Υόρκης. Σε αντάλλαγμα για τα ναρκωτικά, ο ανεπτυγμένος κόσμος μάς δίνει όπλα, στρατιωτικούς συμβούλους και χημικές ουσίες (για την καταστροφή των καλλιεργειών) ώστε το εμπόριο να διαιωνίζεται εσαεί.

Στην Κολομβία, ωστόσο, ακόμα και τα λίγα χρήματα που απομένουν είναι αρκετά για να χρηματοδοτήσουν τα σχέδια διεφθαρμένων πολιτικών, στρατιωτικών, ανταρτών, φασιστικών παραστρατιωτικών ομάδων και κοινών εγκληματιών. Οι νεκροί, ως εκ τούτου, ανέρχονται σε χιλιάδες.

Παρά τη ζοφερή αυτή εικόνα, όποιος επισκέπτεται την Κολομβία δεν βλέπει τη βία. Όταν τη δει, δεν μπορεί να καταλάβει πώς είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Οι άνθρωποι, ανάμεσα σε τόσους αλληλοεπικαλυπτόμενους πολέμους και παρά τα όσα δεινά υποφέρουν, βρίσκουν χώρους για να είναι ευτυχισμένοι: η οικογένεια, η αγάπη, η μουσική, οι κοινές ιστορίες, το σεξ, όλη εκείνη η χαρακτηριστική ένταση με την οποία ζούμε, είναι πράγματα τόσο σημαντικά όσο και ο θάνατος.

Το μυθιστόρημά μου Τρία λευκά φέρετρα γεννήθηκε από αυτή την παραδοξότητα και επιδιώκει να δώσει μια εικόνα για το πώς λειτουργεί αυτή η ανησυχητικά παράξενη χώρα. Παρακινημένος από την έντονη οργή που μου προκάλεσε, το 2007, η πολιτική ενός ακροδεξιού Προέδρου Δημοκρατίας, αποφάσισα να γράψω ένα μυθιστόρημα για τα τελευταία είκοσι χρόνια της χώρας μου.

Ο μόνος τρόπος για να αφηγηθώ αυτή την περίπλοκη κατάσταση ήταν μέσα από τη δημιουργία ενός ομοδιηγητικού αφηγητή που έχει γυρισμένη την πλάτη σε όλα όσα συμβαίνουν γύρω του. Ο Λορένσο Καντονά είναι ένας παχύσαρκος, υπερβολικά ντροπαλός, αδέξιος νεαρός άνδρας ο οποίος, παρόλο που έχει ξεπεράσει τα τριάντα, ζει με τον πατέρα του. Η αφέλειά του, που μερικές φορές αγγίζει τα όρια της ηλιθιότητας, μου επέτρεψε να αφηγηθώ όσα συνέβαιναν έξω από το σπίτι του σαν να τα έβλεπα για πρώτη φορά, σχεδόν σαν να τα έβλεπα με τα μάτια ενός Αρειανού.

Όταν έρχεται σε επαφή με τη μεγάλη κολομβιανή πολιτική (και, συνεπώς, με το ναρκοεμπόριο και τον πόλεμο), αυτός ο αφελής χοντρός, αποφασίζει να σώσει τη χώρα. Το αποτέλεσμα είναι ένα θρίλερ, αλλά ένα θρίλερ στο οποίο κάποια πράγματα δεν λειτουργούν σωστά. Καθώς τα εργαλεία που διαθέτει ο ήρωάς μας είναι πολύ περιορισμένα και η πραγματικότητα εξαιρετικά έντονη και δυσερμήνευτη, η αφήγηση μετατρέπεται σε μια καταιγιστική κωμωδία με πικρό χιούμορ.

Γραμμένο πριν από την αποκαλούμενη Αραβική Άνοιξη και πριν από το κίνημα των Αγανακτισμένων στην Ισπανία και την Ελλάδα (το οποίο, στη συνέχεια, εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο), θέλω να πιστεύω ότι το βιβλίο αυτό μπόρεσε επίσης να συλλάβει μια αίσθηση που πλανιόταν στον αέρα: αυτή η αίσθηση δεν είναι άλλη από τη βεβαιότητα ότι οι πολιτικοί δεν μπορούν να επιλύουν τίποτα• είναι, συνεπώς, ο πολίτης εκείνος που, μόνος του και οπλισμένος με θάρρος, θα πρέπει να αναλάβει την ευθύνη για την αλλαγή της πραγματικότητας.

Antonio Ungar
Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος

Ο Antonio Ungar γράφει στις “Βιβλιοπαρουσιάσεις”
Το μυθιστόρημα του Antonio Ungar Τρία λευκά φέρετρα κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια σε μετάφραση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου (σελ.: 296, τιμή: 14,00 €).

Ο Antonio Ungar γεννήθηκε στην Μπογκοτά το 1974 και σήμερα ζει στην Τζάφα του Ισραήλ. Χρονογραφήματά του δημοσιεύονται συχνά σε εφημερίδες και περιοδικά των ΗΠΑ, της Ολλανδίας και της Κολομβίας. Το 2005 κέρδισε το βραβείο δημοσιογραφίας Simón Bolívar (Κολομβία). Τα διηγήματά του, που έχουν συμπεριληφθεί σε περισσότερες από είκοσι πέντε ανθολογίες σε πέντε γλώσσες, βρίσκονται συγκεντρωμένα στη συλλογή Trece circοs y otros cuentos comunes. Επίσης έχει γράψει τα μυθιστορήματα Zanahorias voladoras και Las orejas del lobo.

Έγραψαν για το βιβλίο:

«Έχει κάτι από την αγριάδα και το χιούμορ του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες στο Φθινόπωρο του πατριάρχη – ίσως το πιο ολοκληρωμένο μυθιστόρημα περί δικτατορίας στη Λατινική Αμερική.»
— Times Literary Supplement

«Μπορεί μια ιστορία να καθρεφτίσει αυθεντικά την αλήθεια μιας λατινοαμερικάνικης χώρας με στυγνή δικτατορία χωρίς να χάσει διόλου την αίσθηση του χιούμορ και κρατώντας την αφηγηματική ένταση που χαρακτηρίζει ένα μεγάλο μυθιστόρημα; Ο Αντόνιο Ούνγκαρ έχει πετύχει αυτό το κατόρθωμα στα Τρία λευκά φέρετρα, ένα βιβλίο με το οποίο ο Κολομβιανός συγγραφέας εδραιώνεται ως μια από τις πιο πρωτότυπες φωνές στη σύγχρονη λατινοαμερικανική πεζογραφία… μια εξωφρενική πολιτική σάτιρα που μιλάει επίσης για τον έρωτα, τη φιλία, το θάνατο των ουτοπιών και τη δύναμη της ντροπής ως υποκατάστατου της ελπίδας.»
— La Opinión de Málaga

«Μπορεί να διαβαστεί με διαφορετικούς τρόπους: σαν ένας λεπτός στοχασμός για την ατομική ταυτότητα, μια εξερεύνηση των ορίων της φιλίας, μια μελέτη για το εύθραυστο της πραγματικότητας ή μια ιστορία για έναν αδύνατο έρωτα. Εκείνο που κάνει το έργο να ξεχωρίζει είναι η άγρια αίσθηση του χιούμορ, που ξεχειλίζει από φρίκη.»
— Bilbao

«Χωρίς τον διακριτικό τόνο της γραφής, χωρίς τα τρία μοτίβα που διαμορφώνουν την ανάπτυξη της ιστορίας σαν να ’ταν μια περίπλοκη μουσική σύνθεση (ο σωσίας, το παρεξηγημένο παιδί και το ερωτικό πάθος) και χωρίς έναν τόνο υπολογισμένης συναισθηματικής ακαθοριστίας (κάπου ανάμεσα στην παρωδία και την ελεγεία για χαμένα πολιτικά οράματα), χωρίς όλα αυτά, το μυθιστόρημα δεν θα ’χε προκαλέσει τόσο θαυμασμό… εξαφανίσεις, απαγωγές, εκτελέσεις, μια τρομερή ιστορία χωρίς κανένα σύνορο ανάμεσα στη σκληροπυρηνική αριστερά και τη σκληροπυρηνική δεξιά. Η μέθοδος αυτής της αναπαράστασης είναι η παρωδία. Και η επιτυχία της είναι ότι συνδυάζει την παρωδία με την τεράστια θλίψη που γεννά η ιστορία.»
— El País

«Ο Ούνγκαρ ζωγραφίζει, με ανάλαφρο άγγιγμα και παρωδιακό τόνο, μια γκροτέσκα κωμική τοιχογραφία της λατινοαμερικανικής τυραννίας… Αλλά είναι αδύνατο να μην αναγνωρίσει κανείς ορισμένους μηχανισμούς διαφθοράς και ψεύδους που θίγουν επίσης την Ευρώπη και τον ανεπτυγμένο κόσμο.»
— El Correo

(Σημείωση: η στήλη ευχαριστεί θερμά τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο για τη βοήθειά του στην επικοινωνία με τον συγγραφέα και τη μετάφραση του κειμένου).

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος