Στις 17 Νοεμβρίου 1973, με εντολή του δικτατορικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου, αστυνομικές και στρατιωτικές δυνάμεις καταστέλλουν με βία την εξέγερση νέων, φοιτητών και πολιτών, οι οποίοι έχουν συγκεντρωθεί από τις προηγούμενες ημέρες στο Πολυτεχνείο και στη γύρω περιοχή. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου έχει πάρει διαστάσεις απειλητικές για το καθεστώς του Γ. Παπαδόπουλου και η αδυναμία της αστυνομίας να αποτρέψει την κατάληψη του Πολυτεχνείου και την κλιμάκωση των εκδηλώσεων διαμαρτυρίας, οδηγεί τους συνταγματάρχες σε σπασμωδικές κινήσεις. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος δίνει εντολή να κινητοποιηθεί μονάδα τεθωρακισμένων μαζί με άρματα μάχης και μονάδες ειδικών δυνάμεων του στρατού στο χώρο γύρω από το Πολυτεχνείο. Στις 3 τα ξημερώματα της 17ης Νοεμβρίου 1973 και ενώ η συντονιστική επιτροπή των φοιτητών προσπαθούσε να διαπραγματευτεί για την ασφαλή εκκένωση του Πολυτεχνείου, δίνεται η εντολή για την εισβολή του άρματος. Εντός και εκτός του χώρου του Πολυτεχνείου θα σκοτωθούν και θα τραυματιστούν φοιτήτριες και φοιτητές, νέες και και νέοι, ενώ περισσότεροι από 2400 εξ αυτών θα συλληφθούν και μεταφερθούν στη Γενική Ασφάλεια και στην ΕΣΑ, όπου θα υποστούν ξυλοδαρμούς και άγρια βασανιστήρια. Ο ραδιοσταθμός του Πολυτεχνείου συνεχίζει να εκπέμπει το μήνυμά του για περίπου 40 λεπτά μετά την εισβολή του στρατού και της αστυνομίας και μέχρι να συλληφθούν και οι εκφωνητές. Για τους νεκρούς του Πολυτεχνείου τα επίσημα στοιχεία, δηλαδή το πόρισμα της προκαταρκτικής εξέτασης, που κατέθεσε στις 14 Οκτωβρίου 1974, ο εισαγγελέας Δημήτρης Τσεβάς, κατέληξε σε μία λίστα 34 νεκρών (18 επώνυμοι και 16 ανώνυμοι) και 1.103 τραυματιών, ενώ κατά τη διάρκεια της δίκης για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου (16 Οκτωβρίου – 31 Δεκεμβρίου 1975) τεκμηριώθηκαν 24 θάνατοι. Εικάζεται ωστόσο ότι τα θύματα πρέπει να ήταν πολύ περισσότερα, διότι πολλοί βαριά τραυματισμένοι, προκειμένου να διαφύγουν τη σύλληψη, αρνήθηκαν να μεταφερθούν σε νοσοκομείο. Στο πλαίσιο του εορτασμού της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, το Αρχείο της ΕΡΤ παρουσιάζει την εκπομπή:
ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΑ
ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ
Το συγκεκριμένο επεισόδιο της πολιτιστικής εκπομπή της ΕΡΤ “Θέματα και Βιβλία” είναι αφιερωμένο σε λογοτεχνικά έργα εμπνευσμένα από την εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Παρακολουθούμε πλάνα αρχειακού υλικού από τις λήψεις του Θ. Μαραγκού, αλλά και φωτογραφικό αρχειακό υλικό από την περίοδο των γεγονότων της εξέγερσης του Πολυτεχνείου το 1973, ακούγονται ηχητικά ντοκουμέντα από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Πολυτεχνείου ακούγονται οι φωνές της Μαρίας Δαμανάκη και του Δημήτρη Παπαχρήστου, αλλά και τα συνθήματα των νέων και των φοιτητών, ενώ η Μαρία Παπαθεοδώρου διαβάζει το στίχο του Α. Κάλβου ”Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία…” και παρουσιάζει τον συγγραφέα Δημήτρη Παπαχρήστο, φοιτητή και εκφωνητή του ραδιοφωνικού σταθμού του Πολυτεχνείου, τον Αιμίλιο Καλιακάτσο επιμελητή εκδόσεων, φοιτητή της νομικής το 1973, τη μυθιστοριογράφο και θεατρική συγγραφέα Μαρία Λυμπεράκη, την πεζογράφο και μεταφράστρια Καίη Τσιτσέλη, τον μυθιστοριογράφο Αλέξανδρο Κοτζιά και τον συγγραφέα Παύλο Ζάννα. Ακούγεται η φωνή του Γιώργου Χειμωνά ο οποίος διαβάζει απόσπασμα από το βιβλίο του «Ο γάμος».
Ο συγγραφέας Παύλος Ζάννας συντονίζει τη συζήτηση με αναφορές σε πεζογραφήματα που αναφέρονται στο Πολυτεχνείο, ανιχνεύοντας την αλήθεια της λογοτεχνίας σε σχέση με τα γεγονότα του Πολυτεχνείου δέκα χρόνια μετά και θέτει ερωτήματα σχετικά με την αλήθεια του λογοτεχνικού έργου, της φωτογραφίας και της κινηματογράφησης, αλλά και τη δημιουργία ενός μύθου γύρω από τα γεγονότα αυτά. Υπογραμμίζει την ιδιαίτερη σημασία που έχουν οι προσωπικές μαρτυρίες και τη δύναμη που έχουν απέναντι στη λογοτεχνία, αλλά και την μοναδική ιδιότητα της τελευταίας να περνάει μηνύματα με τρόπο άμεσο και διαρκή.
Η πεζογράφος και θεατρική συγγραφέας Μαργαρίτα Λυμπεράκη μιλά για το έργο της ”Μυστήριο”, την έμπνευση από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, για μια αίσθηση τραγωδίας που είχε μέσα της, αλλά και αναφορικά και με τις έννοιες της νέας γέννησης που προκύπτει από τον κατακερματισμό και τους διονυσιακούς μύθους. Το βιβλίο της καλύπτει την περίοδο από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και μέχρι και το 1974 στην αρχή της μεταπολίτευσης, τα γεγονότα της Κύπρου και τις δίκες των πρωταιτίων, ενώ συμπεριλαμβάνει αυτούσιες μαρτυρίες φοιτητών από όσα έζησαν, τους βασανισμούς, τις προκηρύξεις και τις εμπειρίες από τις φυλακίσεις. Εξηγεί ότι επέλεξε ένα κράμα ντοκουμέντου και μύθου διότι το ίδιο το Πολυτεχνείο δεν πιστεύει ότι χωρούσε σε καμία φόρμα.
Ο Αιμίλιος Καλιακάτσος σχολιάζει την ιδιαίτερα επιτυχημένη προσπάθεια της Λυμπεράκη να προσεγγίσει την αίσθηση των γεγονότων του Πολυτεχνείου χωρίς να τα έχει ζήσει, ενώ αναφέρει προβλέψεις του Γιώργου Σεφέρη και του Δημήτρη Μαρωνίτη οι οποίοι μίλησαν με έναν άλλο τρόπο μέσα από κείμενά τους για την τραγική κατάληξη που θα λεγόταν Πολυτεχνείο. Επισημαίνει τα στοιχεία της αρχαίας τραγωδία που χαρακτηρίζουν τα γεγονότα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και εντοπίζονται σε όσα συνέβησαν κατά την 17η Νοεμβρίου 1973. Θυμάται τη φροντίδα των φοιτητών για τη γλώσσα και το νόημα στα συνθήματα που γράφονταν και μοιράζονταν. Επισημαίνει την συνειδητοποίηση μεγάλου μέρους των φοιτητών στο Πολυτεχνείο ότι ζούσαν ιστορικές στιγμές και ότι στο μέλλον θα γίνονται αναφορές σε όσα βίωναν τότε, ότι φοβόντουσαν τις υπερβολές και τη μελλοντική εκμετάλλευση των στιγμών αυτών. Περιγράφει με ιδιαίτερα παραστατικό και συγκινητικό τρόπο τις στιγμές της περικύκλωσης του Πολυτεχνείου από τα άρματα και το στρατό, αλλά και τις στιγμές που μεσολάβησαν μέσα στο Πολυτεχνείο μέχρι την έφοδο των δυνάμεων καταστολής, επισημαίνοντας και εδώ τα στοιχεία της τραγικότητας.
Ο Δημήτρης Παπαχρήστος μιλάει για την αξία της φωτογραφίας και των ντοκουμέντων, για την ανησυχία μήπως η μετατροπή τους σε σλόγκαν καταλήξουν να μυθοποιούν ή να εξαφανίζουν την ουσία μιας ιστορίας ή μιας τραγωδίας. Επιμένει στη δύναμη των γεγονότων του Πολυτεχνείου, τα οποία επηρέασαν τους νέους που τα έζησαν και οι οποίοι αργότερα ίσως έγιναν λογοτέχνες ή καλλιτέχνες. Μιλάει για τον λόγο των φοιτητών στο Πολυτεχνείο ο οποίος θεωρεί ότι μετατράπηκε μέσα από τη συγκίνηση των στιγμών σε λογοτεχνικό λόγο, ενώ υπογραμμίζει την μυθιστορηματική υπόσταση των ανθρώπων και την αξία των ανώνυμων στίχων ή ποιημάτων που απλώς κατατέθηκαν χωρίς έπαρση. Επιμένει και εκείνος στην τραγικότητα, στον ερωτισμό και στην αίσθηση της δημιουργίας που υπήρχαν διάχυτα εκείνες τις μέρες στο Πολυτεχνείο.
Η πεζογράφος Καίη Τσιτσέλη σχολιάζει το βιβλίο της Μάρως Δούκα ”Αρχαία σκουριά”, το οποίο καλύπτει μια περίοδο μερικών ετών πριν από την επταετία και αντίστοιχα αρκετά χρόνια μετά τη μεταπολίτευση. Περιγράφει το κεντρικό θέμα του βιβλίου μάλλον ως μια προσπάθεια χειραφέτησης της ηρωίδας από τους πολλούς μικρούς φασισμούς, της οικογένειας, της κοινωνίας, του έρωτα, της κομματικής ένταξης. Σχολιάζει τον ήπιο τρόπο με τον οποίο εισάγεται η ιστορία του Πολυτεχνείου στο βιβλίο της, μεταφέρει όσα η ίδια η συγγραφέας αφηγήθηκε σχετικά με το συγκεκριμένο τμήμα του βιβλίου της και υπογραμμίζει το ενδιαφέρον της μη μετωπικής προσέγγισης των γεγονότων που διακρίνει το βιβλίο της Δούκα αλλά και το βιβλίο του Αλέξανδρου Κοτζιά. Μιλάει τέλος για το δίλημμα του συγγραφέα να μεταφέρει ένα μήνυμα, ενώ ο ίδιος βιώνει ένα δέος απέναντι στα γεγονότα που τον εμπνέουν, ενώ η πρώτη του αντανακλαστική αντίδραση σε αυτά είναι η σιωπή.
Ο Αλέξανδρος Κοτζιάς αναρωτιέται αν η λογοτεχνία αναλαμβάνει το ρόλο της εκ των υστέρων επισήμανσης της τραγικότητας αλλά και αν όσοι συμμετείχαν στα γεγονότα είχαν επίγνωση αυτής της τραγικότητας. Επισημαίνει την επιλογή συγγραφέων να μην επιμείνουν στην τραγικότητα των γεγονότων του Πολυτεχνείου στην αφήγηση των βιβλίων τους. Με τη σειρά του μιλάει για τον ήρωα του βιβλίου του ”Αντιποίησις αρχής”, ενός καταδότη, ενός ανθρώπου του υποκόσμου, ενός χαφιέ του καθεστώτος της χούντας τον οποίο ακολουθεί κατά το τριήμερο των γεγονότων του Πολυτεχνείου. Η αφήγηση γίνεται από τη σκοπιά αυτού του χαρακτήρα, ενώ επιχειρεί με αναδρομές να περιγράψει τα προηγούμενα τριάντα χρόνια, ως ένα τριακονταετή πόλεμο που οδήγησε στα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Σύμφωνα με τον Κοτζιά ο λογοτέχνης αναγκαστικά γράφει με αφαίρεση, δεν τον ενδιαφέρει να καταγράψει αυτά ακριβώς που συνέβησαν, ακόμα κι όταν εμπνέεται ή αναφέρεται στην ιστορία και στα γεγονότα της, αλλά προσπαθεί να προσφέρει ένα αληθινό έργο τέχνης στον αναγνώστη, έχοντας πάντα την αίσθηση του καθήκοντος που οφείλει να έχει προκειμένου να μιλήσει ως γνήσιος καλλιτέχνης.
Κατά τη διάρκεια της εκπομπής συζητούνται τα γεγονότα του Πολυτεχνείου ως απομυθοποιημένα στοιχεία, αλλά και ως παράγοντες εγρήγορσης και μιας εκ νέου μυθοποίησης, η ανάγκη διάκρισης ανάμεσα στο νεκρό μύθο που γίνεται παραμύθι και σε εκείνα τα στοιχεία που έχουν αξία, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το τμήμα της συζήτησης σχετικά με τη συγχώρεση, τη δικαιολόγηση και τα όρια ανάμεσα στην περιφρόνηση, το μίσος το έλεος και την αμνήστευση σε ό,τι αφορά τη σχέση με το παρελθόν και με τους ανθρώπους που στήριξαν τη δικτατορία, τους δικτάτορες, τους βασανιστές. Επισημαίνονται οι αντιφάσεις της μεταπολίτευσης αναφορικά με τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, ενώ περιγράφονται σκηνές που έζησαν οι συνομιλητές όπως οι περιγραφές τα γλυκά που έτρωγαν οι στρατιώτες μετά το φονικό τα ξημερώματα γύρω από το Πολυτεχνείο και το ξέπλυμα των δρόμων και των πεζοδρομίων από τα αίματα και τα συντρίμμια της βίαιης καταστολής.
Τηλεσκηνοθεσία: ΝΕΣΤΩΡ ΠΑΒΕΛΛΑΣ
Επιμέλεια-παρουσίαση: ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
Πρώτη τηλεοπτική μετάδοση: 16 Νοεμβρίου 1983
Δείτε περισσότερα στο archive.ert.gr