Γιαννούλης Χαλεπάς – 14 Αυγούστου 1851

Συμπληρώνονται φέτος 170 χρόνια από τη γέννηση του κορυφαίου Έλληνα γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά, στις 14 Αυγούστου 1851. Ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς της νεοελληνικής τέχνης, που χάρη στο μοναδικό φυσικό του ταλέντο σε συνδυασμό με τον δύσκολο βίο του, την τραγική μοίρα της μοναξιάς και την πολύχρονη ψυχική του ασθένεια, αποτέλεσε περίπτωση καλλιτέχνη που εκπέμπει ιδιαίτερη γοητεία και μαγνητισμό.

Το Αρχείο της ΕΡΤ με αφορμή την ημερομηνία γέννησής του ψηφιοποίησε και παρουσιάζει για πρώτη φορά την εκπομπή του Γιώργου Εμιρζά:

ΟΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ
ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ ΧΑΛΕΠΑΣ


Σειρά εκπομπών του 1976 με θέμα εικαστικούς δημιουργούς. Η συγκεκριμένη εκπομπή, αφιερωμένη στον Γιαννούλη Χαλεπά (γεν. 1851- θαν. 1938), παραθέτει βιογραφικά στοιχεία και παρουσιάζει το έργο του μεγάλου Έλληνα γλύπτη.

Η μυθιστορηματική βιογραφία του καλλιτέχνη ξετυλίγεται στην εκπομπή με τη βοήθεια του λογοτέχνη, κριτικού τέχνης και ζωγράφου Στρατή Δούκα, ο οποίος ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τον Γιαννούλη Χαλεπά και το έργο του (ήδη από το 1931), και ο οποίος κατάκοιτος στο σπίτι του στην Αθήνα, διαβάζει αποσπάσματα από το βιβλίο του «Ο βίος ενός αγίου. Γιαννούλης Χαλεπάς» αλλά και από τα τεχνοκριτικά του σημειώματα και μιλάει στο φακό για την τεχνοτροπία των γλυπτών του Χαλεπά.

Η αφήγηση επικεντρώνεται στα γεγονότα και τα δεινά της ζωής του γλύπτη και παράλληλα φωτίζει την εξέλιξη της τέχνης του, εξετάζοντας τις καλλιτεχνικές περιόδους του έργου του. Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε το 1851 στον Πύργο της Τήνου. Καταγόταν από οικογένεια μαρμαρογλυπτών. Γίνεται λόγος για τη μαθητεία του στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας, στο πλευρό του Ελληνοβαυαρού γλύπτη Λεωνίδα Δρόση και στη συνέχιση των σπουδών του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου με υποτροφία του Πανελλήνιου Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, όπου και βραβεύεται σε διαγωνισμούς.

Επιστρέφοντας στην Αθήνα δουλεύει εντατικά στο εργαστήριό του από το 1876 ως το 1878 οπότε εκδηλώνονται οι πρώτες κρίσεις της ασθένειάς του. Είναι το έτος της περίφημης «Κοιμωμένης» του στον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη, στο Α΄ Νεκροταφείο, το οποίο του έφερε γενική αναγνώριση. Ακολουθούν αναφορές στον δεκατετράχρονο εγκλεισμό του στο φρενοκομείο, καθώς και στην αντίδραση της μητέρας του στην ενασχόληση με την τέχνη του μετά την έξοδό του από το ψυχιατρείο,  θεωρώντας πως ήταν υπαίτια για την ασθένεια του γιου της. Μετά το θάνατο της μητέρας του, το 1916, είναι η περίοδος της καλλιτεχνικής του αναγέννησης που θα δημιουργήσει έργα ανυπέρβλητης αξίας.

Το έργο του διακρίνεται σύμφωνα με τους περισσότερους μελετητές σε δύο φάσεις: την πρώιμη δημιουργική του περίοδο μέχρι το 1888 και τον εγκλεισμό του στο ψυχιατρείο, από την οποία προέρχονται επίσης τα μνημειακά έργα η «Φιλοστοργία» (1835) και ο «Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα (1977), και τη δεύτερη περίοδο, την ονομαζόμενη «μεταλογική» που αντιστοιχεί στην περίοδο της Τήνου από το 1916 ως το 1930 και στη φάση των τελευταίων χρόνων της ζωής του, από το 1930 ως το 1938 οπότε εγκαθίσταται στην Αθήνα.

Ιστορικοί τέχνης, εικαστικοί και μελετητές του Χαλεπά μιλούν στην εκπομπή για την πρόσληψη του έργου του, τα στάδια των πλαστικών του αναζητήσεων, για την τεχνική του, για τη θεματολογία του έργου του και τις κατακτήσεις του, παρά τα περίπου σαράντα χρόνια της ψυχασθένειας. Τονίζεται η επιρροή του από το κλίμα του νεοκλασικισμού και η σχέση του με την αρχαία ελληνική τέχνη. Γίνεται λόγος για την πρωτοτυπία του ως δημιουργού και για την ευρωπαϊκή διάσταση της τέχνης του, ισάξια των δύο μεγάλων γλυπτών της εποχής του, του Ογκίστ Ροντέν και του Αντουάν Μπουρντέλ.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην τελευταία φωτεινή του περίοδο αναλύοντας τα καινοτόμα στοιχεία της «μεταλογικής» του φάσης. Ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης επισημαίνει τις ελευθερίες που κατακτά ο καλλιτέχνης στα έργα της ωριμότητάς του, και αποτιμά τις αξίες τους, με βάση τα προσωπικά του πλέον γνωρίσματα, καθώς αποδεσμεύεται από τον άριστο ακαδημαϊσμό του 19ου αι. και αναζητά την ουσία των πραγμάτων.

Έτος παραγωγής:1976

Σκηνοθεσία: Ανδρέας Βελισσαρόπουλος, Ανδρέας Λεβίδης.

Το πρωτότυπο φιλμ 16mm, στο οποίο είναι αποτυπωμένο το ντοκιμαντέρ, συντηρήθηκε, ψηφιοποιήθηκε και αποκαταστάθηκε στα εργαστήρια του Αρχείου της ΕΡΤ με τον νέο εξοπλισμό και τις υποδομές που πλέον διαθέτει (film scanner, color correction).

Το ντοκιμαντέρ γυρίστηκε σε έγχρωμο φιλμ, ωστόσο η δυνατότητα εκπομπής έγχρωμου σήματος από την ΕΡΤ ξεκινάει μόλις το 1980. Το 1976 η εκπομπή ήταν ακόμα ασπρόμαυρη, ως εκ τούτου η παρούσα δημοσίευση του ντοκιμαντέρ αποτελεί την πρώτη δημόσια προβολή στην αυθεντική έγχρωμη εκδοχή του, όπως αυτή αποκαταστάθηκε ψηφιακά από το Αρχείο της ΕΡΤ.

Δείτε περισσότερα στο http://archive.ert.gr

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ

TOP NEWS