Στέλιος Βαμβακάρης – 17 Ιουνίου 2019

Ο Στέλιος Βαμβακάρης, γιος του «πατριάρχη» του ρεμπέτικου, Μάρκου Βαμβακάρη,  γεννήθηκε στον Πειραιά το 1947 και ξεκίνησε τη μουσική του πορεία δίπλα στον πατέρα του από την ηλικία των δώδεκα ετών. Συνεργάστηκε με μεγάλες μορφές του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού όπως οι Γιάννης Παπαϊωάννου, Βασίλης Τσιτσάνης, Στράτος Παγιουμτζής, Βαγγέλης Περπινιάδης, Γιώργος Ζαμπέτας, Καίτη Γκρέυ, Βίκυ Μοσχολιού, Λευτέρης Παπαδόπουλος, Σωτηρία Μπέλλου, Παύλος Σιδηρόπουλος, Νίκος Ξυλούρης και Γιώργος Νταλάρας. Τον απασχόλησε η συγγένεια του αμερικάνικου blues και του ρεμπέτικου. Στη μουσική του χρησιμοποίησε διαφορετικά κουρδίσματα του τρίχορδου μπουζουκιού, τα λεγόμενα ντουζένια του Μάρκου και συνέθεσε τραγούδια που συνδύαζαν το ρεμπέτικο του Πειραιά και τα blues. Το 1988 ηχογράφησε με τον Louisiana Red το άλμπουμ με τίτλο «Το μπλουζ συναντά το Ρεμπέτικο». Το μουσικό του ταλέντο αναγνωρίστηκε διεθνώς, έδωσε συναυλίες σε όλο τον κόσμο και μεταξύ άλλων έπαιξε μαζί με τον Τζον Λι Χούκερ στη Σουηδία, εμφανίστηκε στο φεστιβάλ World Got The Blues στο Λονδίνο με τον Taj Mahal και την Cesária Évora, αλλά και στο Palais des Beaux Arts στο Βέλγιο στο φεστιβάλ Balkan Trafik. Είχε ασχοληθεί και με τη μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο και για την ταινία του Γιώργου Πανουσόπουλου «Μια μέρα τη νύχτα». Ο Στέλιος Βαμβακάρης έφυγε από τη ζωή στις 17 Ιουνίου 2019. Το Αρχείο της ΕΡΤ με αφορμή την επέτειο από το θάνατό του παρουσιάζει την εκπομπή:

ΔΡΟΜΟΙ

ΜΑΡΚΟΣ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ – ΣΤΕΛΙΟΣ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ

Ο Άρης Σκιαδόπουλος και η εκπομπή «ΔΡΟΜΟΙ», με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Μάρκου Βαμβακάρη, το 2005, ακολουθούν τον Στέλιο Βαμβακάρη, γιο του μεγάλου ρεμπέτη, Μάρκου Βαμβακάρη, σε ένα μουσικό οδοιπορικό στη Σύρο, την πατρίδα του «πατριάρχη» του ρεμπέτικου. Ο Στέλιος Βαμβακάρης, καταξιωμένος μουσικός και συνεχιστής της μουσικής παράδοσης του πατέρα του παίζει στο μπουζούκι ένα ταξίμι του Μάρκου, όπως λέει ο ίδιος, με τίτλο Συριανά, από τα καραντουζένια που του έμαθε ο πατέρας του και συγκεκριμένα το τραγούδι «Σκύλα μ’ έκανες και λιώνω». Θυμάται το ταξίδι με καΐκι με τον πατέρα του για τη Σύρο (Σύρα) και εξηγεί τη σημασία της επιστροφής στο νησί. Περιγράφει πώς από τα άλλα νησιά έρχονταν φίλοι του Μάρκου για να τον δουν, να τον ακούσουν και να του κάνουν το τραπέζι και θυμάται με συγκίνηση τη βαθύτατη φιλία που ένωνε εκείνους τους ανθρώπους. Στην Άνω Σύρο ο Στέλιος Βαμβακάρης μιλάει για την οικογένεια του Μάρκου και τα παιδικά του χρόνια όταν ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τους μουσικούς και τους μάγκες. Μιλάει για τις επισκέψεις στο νησί μαζί με τον αδερφό του και περιγράφει πώς περίμεναν και οι δυο τους να τους κεράσουν κάτι γιατί πεινούσαν. Αναφέρεται επίσης στη σχέση που είχαν εκείνος κι ο αδερφός του με τον πατέρα τους, περιγράφει τον χαρακτήρα του Μάρκου, την απλότητα και τον εσωτερικό πλούτο του που εκφραζόταν και μέσω της μουσικής του. Μιλάει επίσης για την πορεία του Μάρκου από τη Σύρο, στον Πειραιά, σε χειρωνακτικές βαριές δουλειές από αχθοφόρος στα σφαγεία και μέχρι την αφοσίωσή του στο ρεμπέτικο. Ο Στέλιος Βαμβακάρης επισκέπτεται τα μέρη όπου τραγουδούσε ο Μάρκος στη Σύρο και μάλιστα θυμάται ένα περιστατικό σε πανηγύρι όπου ο πατέρας του έδειξε ποια ήταν η κοπέλα για την οποία έγραψε τη Φραγκοσυριανή. Στη φυλακή Λαζαρέτα  εξηγεί ότι ο Μάρκος βοηθούσε κρατούμενους και αγαπούσε τους ανθρώπους που κλείστηκαν εκεί και εκείνοι τον σέβονταν.

Έπειτα αναφέρεται στην παραγκώνιση του Βαμβακάρη από τις δισκογραφικές εταιρείες και την αναγκαστική αναζήτηση του μεροκάματου σε διάφορα μουσικά κέντρα. Σχετικά με αυτή τη δύσκολη  περίοδο υπογραμμίζει τη συνεργασία του Βαμβακάρη με μεγάλους μουσικούς όπως  ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Μανώλης ο Χιώτης, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Βασίλης Τσιτσάνης,  ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης με τον οποίο είχε μεγάλη φιλία, αλλά και με τον Βαγγέλη Περπινιάδη που τραγούδησε κομμάτι του Μάρκου και έτσι κάπως ξεκίνησε πάλι η δισκογραφική του παρουσία. Θυμάται τον πατέρα του να παίζει με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση. Για τον εαυτό του ο Στέλιος Βαμβακάρης θυμάται τη συνεργασία με μουσικούς και ονόματα του ελληνικού τραγουδιού όπως οι Γιώτα Λύδια,  Πόλυ Πάνου, Καίτη Γκράιη, Πάνος Γαβαλάς και Βαγγέλης Περπινιάδης και εξηγεί ότι δίπλα σε αυτούς  έμαθε τη δουλειά. Παράλληλα εξηγεί ότι εκείνη την εποχή ανέβαινε η μουσική των μπλουζ και το ροκ εν ρολ μαζί με τη χλιδή της δεκαετίας του 1960.  Έτσι, το 1963 έγινε και ο ίδιος επαγγελματίας και μαζί με τον πατέρα του και τον αδερφό του Ντομένικο έζησαν τη δεύτερη καριέρα του. Θυμάται επίσης τις δυσκολίες του πατέρα του με την υγεία του όταν το άσθμα και η παραμορφωτική αρθρίτιδα δεν του επέτρεπαν να παίζει, αλλά και τις τελευταίες στιγμές του Μάρκου με την μεγάλη ταλαιπωρία από την επιδείνωση της υγείας του. Ο Στέλιος αναφέρει τον Άκη Πάνου ο οποίος ήταν από τους λίγους που βρέθηκε κοντά στον πατέρα του στα δύσκολα.

Στο μουσείο  του Μάρκου Βαμβακάρη στην Άνω Χώρα, Σύρου, ο Στέλιος θυμάται το παράπονο του πατέρα του που είχε στενοχωρήσει τους γονείς του και έπαιζε συχνά ένα τραγούδι που του έλεγε η μητέρα του. Το ίδιο τραγούδι του έπαιζε ο Στέλιος για να τον συγκινεί. Ο Στέλιος Βαμβακάρης μιλάει για την προσωπική του μουσική πορεία, τις συνθέσεις του για την Καίτη Γκραίη και τον Β. Περπινιάδη, την Μπέλλου, τον Νταλάρα, τον Σιδηρόπουλο, για τις συναυλίες στο εξωτερικό, για τη συνεργασία με τον Λουιζιάνα Ρέντ, τις συναυλίες, όπως με τον Τζον Λι Χούκερ στη Σουηδία και τους αυτοσχεδιασμούς στην ταινία του Γιώργου Πανουσόπουλου «Μια νύχτα τη μέρα». Μιλάει για το καραντουζένι, το ύφος και τη σχέση του μουσικού με το όργανό του και τις ρίζες της μουσικής αυτής.

Κατά τη διάρκεια της εκπομπής προβάλλεται αρχειακό υλικό φωτογραφίες και κινούμενη εικόνα με τον Μάρκο Βαμβακάρη, ενώ ακούγονται τα τραγούδια «Σύρος», «Τα όμορφα τα γαλανά σου μάτια», «Φραγκοσυριανή», «Αντιλαλούν οι φυλακές»,  «Όσοι έχουνε πολλά λεφτά», «Χαϊδάρι», «Τα ματόκλαδά σου λάμπουν», «Άτακτη», «Όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά», «Όσοι γινούν πρωθυπουργοί» του Μ. Βαμβακάρη, «Σ’ ένα μπαρ του Μισισίπι» του Σ. Βαμβακάρη και «Αν μ αξιώσει ο Θεός» του Δομένικου και Στέλιου Βαμβακάρη.

Σκηνοθέτης: ΝΙΚΟΣ ΑΛΠΑΝΤΑΚΗΣ

Παρουσιαστής: ΑΡΗΣ ΣΚΙΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Έτος παραγωγής: 2005

Δείτε περισσότερα στο http://archive.ert.gr

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ

TOP NEWS