Κομοτηνή: Ένας ηλικιωμένος θυμάται τα χρόνια της Βουλγαρικής Κατοχής

«Στην Βουλγαρική Κατοχή ήμουν δέκα ετών. Έξι παιδιά είχαν οι γονείς μου. Μας πήραν τα χωράφια, μας πήραν και το σπίτι. Μας έβαλαν έξι οικογένειες σε ένα σπίτι. Κάποιοι ήταν συγγενείς μεταξύ τους, κάποιοι εντελώς ξένοι. Τα σπίτια των περισσοτέρων  τα πήραν οι Βούλγαροι. Είχαν κατέβει πολλές οικογένειες στο χωριό μας». Ο Μιλτιάδης Βίστας γυρίζει το χρόνο πίσω και θυμάται τα δύσκολα παιδικά του χρόνια. Εκείνος μαθητής και ο τόπος του υπό Βουλγαρική Κατοχή…

Κομοτηνή: Ένας ηλικιωμένος θυμάται τα χρόνια της Βουλγαρικής Κατοχής
Ο κος Μιλτιάδης Βίστας κοντά στα 90 θυμάται καλά ακόμη και σήμερα τα χρόνια της Βουλγαρικής Κατοχής

«Από τις 100 οικογένειες των Βουλγάρων οι τρεις να ήταν νοικοκυραίοι. Οι υπόλοιποι ήταν πάμφτωχοι. Χελώνες έτρωγαν. Δεν πεινούσαμε μόνο εμείς, αλλά και αυτοί» σημειώνει ο κος Βίστας και θυμάται πως εκείνη την εποχή δεν έλειπαν και τα επεισόδια. «Μας έβγαλαν δύο φορές έξω από το χωριό, όλους τους κατοίκους για να μας σκοτώσουν. Δήθεν εμείς είχαμε προκαλέσει. Δήθεν χτύπησαν οι δικοί μας τον αγροφύλακα. Το Δημαρχείο ήταν στη Μέση. Η Αστυνομία ήταν Βουλγάρικη. Πώς να βρεις το δίκαιο σου;»
Στα χέρια των Βουλγάρων εκτός από τα σπίτια πέρασαν και τα καταστήματα «Και τα μαγαζιά, όσα υπήρχαν, τα πήραν. Με είχε πάρει ένας Βούλγαρος να εργαστώ στο μαγαζί, στο μπακάλικο-ουζοπωλείο, που είχε πάρει από έναν συγχωριανό μου. Είχε πολύ δουλειά, σε 4 μήνες την δουλειά την έκανα όλη εγώ κι εκείνος πήγαινε στη Βουλγαρία για εμπορεύματα».

Θυμάται τους συγχωριανούς του, την οικογένειά του, να καλλιεργούν τα χωράφια, να δουλεύουν με τα χέρια τους, αλλά την ώρα του θέρους να παίρνουν οι Βούλγαροι την παραγωγή. «Μας άφηναν να σπείρουμε και μας κυνηγούσαν. Το έπαιρναν από τα χέρια μας. Ένας θείος είχε κρύψει είκοσι σακιά, τον πρόδωσε ο γείτονας γιατί τον πίεσαν και μας πρόδωσε, το πήραν όλο το σιτάρι». Ούτε τα ζωντανά τους, όπως λέει, γλίτωναν από τη μανία τους «Έκαναν και επιτάξεις ζώων. Έρχονταν στα μαντριά και στους σταύλους, έβλεπαν τα ζωντανά και ό,τι τους άρεσε το έπαιρναν. Θυμάμαι τρίβαμε κρυφά στο χωράφι λίγο σιτάρι και μας έκανε η μάνα μας λίγο φαγητό ίσα- ίσα να περνάμε, για να μην πεθάνουμε από την πείνα».
Όσον αφορά στους Βουλγαρογραμμένους; «Στο χωριό μας δεν βουλγαρο-γράφτηκε κανένας. Βουλγαρο-γράφτηκε αυτός που είχε τον αλευρόμυλο στην Καλλίστη. Όταν έφυγαν οι Βούλγαροι, έφυγε κι αυτός μαζί τους, μαζί και τα δύο του παιδιά. Όποιος έπαιρνε όνομα βουλγαρικό περνούσε καλύτερα. Και στην Κομοτηνή βουλγαρογράφτηκαν κάποιοι». Θυμάται ο κος Μιλτιάδης σημειώνοντας ότι και το «καταφύγιο» της Εκκλησίας το είχαν χάσει «Στην εκκλησία ο παππάς ήταν Βούλγαρος»! Όπως λέει εκείνα τα χρόνια της Κατοχής οι βιαιοπραγίες ήταν καθημερινότητα «Έπεφτε πολύ ξύλο αν θεωρούσαν ότι έκανες κάτι λάθος. Δικαστήρια έκαναν οι ίδιοι επί τόπου. «Δώστου 25 ξυλιές» έλεγε ο αστυνομικός».
Όσον αφορά στην αποχώρησή τους; «Έφυγαν φορτώνοντας τα κάρα της εποχής. Ο θείος μου ο Μανόλης έτσι έχασε το βοϊδόκαρό του, ήταν καινούργιο, δεν είχε προλάβει να το χαρεί. Δεν τους χτύπησε ο Ελληνισμός, αυτοί έκαναν μεγάλες ζημιές. Όταν έφευγαν, έφευγαν ανενόχλητοι».

Φώτο: Μιλτιάδης Βίστας ρεπορτάζ-κείμενο-φωτογραφία: Μαρία Νικολάου

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος