Κομοτηνή: Πρωτοχρονιά στον Ίασμο

Κομοτηνή: Πρωτοχρονιά στον ΊασμοΤην Πρωτοχρονιά στον Ίασμο «ξετυλίγει» με την ωραία του αφήγηση μιλώντας στην ΕΡΤ Κομοτηνής ο Μόσχος Μυλωνάς, κάτοικος του Ιάσμου και μέλος του Πολιτιστικού Συλλόγου. «Από νωρίς, όπως λέει, οι γονείς ετοίμαζαν τα “κόλεντα”, ένα είδος ξύλινου σφυριού με το οποίο γυρνούσαν τα παιδιά το απόγευμα, μόλις βασίλευε ο ήλιος, στα σπίτια χτυπώντας τις πόρτες και λέγοντας τα κάλαντα.

Κομοτηνή: Πρωτοχρονιά στον Ίασμο «Την καλησπέρα να σας πως ο Άγιος Βασίλης να ναι δω μέσα στο αρχοντικό σας, να είναι και βοηθός σας. Να μεγαλώσετε βρε παιδιά να πάτε στην Αγία Σοφιά κι εκεί να μεταλάβετε με τους ξένους να τα βάλετε. Να μην θαρρείτε βρε παιδιά πως είναι η Ελλάς μικρά είναι τα παλληκάρια τίγρηδες και λιοντάρια.»

Σύμφωνα με τον κ. Μυλωνά από πόρτα σε πόρτα τα παιδιά γυρνούσαν και η αμοιβή τους ήταν χαρούπια, αμύγδαλα, σταφίδες, καρύδια και ο πιο πλούσιος και ο πιο τσορμπατζής θα έδινε κάποιο πορτοκάλι ή μανταρίνι γιατί εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχαν τα φρούτα αυτά σε όλα τα σπίτια. Σύκα ξερά και σταφίδες ήταν συνήθως ο μποναμάς των παιδιών.

Όσον αφορά στις νοικοκυρές; «Πιανόταν κι αυτές για να παρασκευάσουν την κρεατόπιτα, πίτα που γινόταν με πράσα και κρέας ή μοσχάρι ή χοιρινό ανάλογα το τι είχε το κάθε σπίτι. Αφού καβούρντιζαν τα πράσα, έχοντας βρασμένο το κρέας και κομμένο σε μικρά κομματάκια, έτρωγαν την πίτα κι έκαναν από πάνω με ζυμάρι σταυρό. Μέσα στην πίτα έβαζαν ένα νόμισμα, ένα κομμάτι από αμπέλι, κι ένα κομμάτι ξύλο από κρανιά κι αυτά τυλιγμένα πάλι με κόκκινη κλωστή κι όποιος έβρισκε το ξύλο της κρανιάς θα ήταν ο γερός της χρονιάς, όποιος έβρισκε την κληματόβεργα θα ήταν αυτός που θα επωμιζόταν τις δουλειές του αμπελιού και ο τυχερός αυτός που θα έβρισκε το νόμισμα. Την πίτα την έψηναν στο τζάκι από την μια πλευρά και μετά τη γύριζαν και την έψηναν και από την άλλη.»

«Όπως τρέχει το νερό να τρέχει το μπερεκέτι μας.»

Αφού γυρνούσαν τα παιδιά από τα κάλαντα καθόταν όλοι στο τραπέζι έστρωνε η νοικοκυρά το τραπέζι πάλι με ψωμί και κρεατικά. Αυτή τη φορά δεν ήταν νηστίσιμο το τραπέζι, όπως την παραμονή των Χριστουγέννων, αλλά αρτύσιμο. Κρασί, τσίπουρο, υπήρχε άφθονο στον Ίασμο και το ρόδι που είχαν και την παραμονή των Χριστουγέννων. «Ο Νοικοκύρης θυμίαζε την πίτα κι όλο το τραπέζι κι έβγαζε μερίδα για τον Άγιο Βασίλη, για το σπίτι, για τα χωράφια και τα ζώα κι από εκεί και πέρα κατά σειρά ηλικίας για όλη την οικογένεια. Καθόταν αργά κοντά στο τζάκι με συζητήσεις και παραμύθια και σηκωνόταν την άλλη μέρα το πρωί για να πάνε στην εκκλησία. Με το που θα έμπαινε ο καινούργιος χρόνος ο νοικοκύρης θα έπαιρνε σπόρους και θα έκανε σπονδή , πήγαινε στη βρύση της γειτονιάς και έριχνε από εκεί που έτρεχε το νερό, φασόλια, σιτάρι, καλαμπόκι ό,τι παρήγαγε κι έλεγε: «όπως τρέχει το νερό να τρέχει το μπερεκέτι μας.» Κι επέστρεφε στο σπίτι , φέρνοντας μια πέτρα με την οποία σταύρωνε τα παιδιά στο κεφάλι λέγοντας να είναι γερά σαν την πέτρα.»

«Όπως σκορπίζουν οι σπόροι από το ρόδι να σκορπίζει και το μπερεκέτι η σοδειά μέσα στο σπίτι.»

Κομοτηνή: Πρωτοχρονιά στον ΊασμοΣτην εκκλησία έπαιρναν  μαζί τους και το ρόδι που είχαν βάλει στο τραπέζι την παραμονή των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς και μετά το πέρας της λειτουργίας επέστρεφαν στο σπίτι παίρνοντας από το δρόμο μια άσπρη πέτρα, κάθε άτομο της οικογένειας για να είναι γεροί σαν την πέτρα και άσπρη η ζωή τους και όλη η χρονιά. Να έχουν καλοτυχία. «Πριν μπει ο νοικοκύρης στο σπίτι με το δεξί πόδι, έσπαζε το ρόδι στο εσωτερικό του σπιτιού λέγοντας: «Όπως σκορπίζουν οι σπόροι από το ρόδι να σκορπίζει και το μπερεκέτι η σοδειά μέσα στο σπίτι.» Έμπαιναν, καθόταν και τρώγανε. Και μετά άρχιζαν οι επισκέψεις στα σπίτια, όταν γιόρταζε κάποιος, γινόταν  στο σπίτι του γλέντι, όλο το χωριό περνούσε από κάθε σπίτι που γιόρταζε.”

Αλλά και τα παιδιά πήγαιναν να ευχηθούν στους μεγαλύτερους. “Τα παιδιά έπρεπε να πάνε σε συγγενικά σπίτια, να μπουν με το δεξί πόδι, να πάρουν τη μασιά και να καθίσουν στο τζάκι και να σκαλίσουν τη φωτιά δίνοντας ευχές για καλή σοδειά, για τα ζώα να έχουν καλή γέννα, για τα κοτόπουλα και όπου υπήρχαν ελεύθερα αγόρια και κορίτσια την ευχή την επόμενη χρονιά να είναι διπλοί, να αρραβωνιαστούν ή να παντρευτούν.” Σύμφωνα με τον κ. Μυλωνά «Από αυτά που είχαν μαζέψει τα παιδιά λέγοντας τα κάλαντά τους, οι νοικοκυρές έπαιρναν είτε καρύδια, είτε αμύγδαλα και τα τοποθετούσαν στις κότες για να γεννούν οι κότες να έχουν καλή σοδειά από αυγά.»

Από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι και την παραμονή των Θεοφανίων οι νοικοκυρές δεν έπλεναν ρούχα, ούτε λουζόταν τα μέλη της οικογένειας. «Αν ήταν ανάγκη έπρεπε να βάλουν ένα καρφί μέσα ή  ένα σίδερο, στην σκάφη για να είναι γεροί σαν το καρφί. Έπρεπε να αγιαστούν τα νερά κι από εκεί και ύστερα να πλύνουν ή να πλυθούν. Επίσης όλες αυτές τις μέρες δεν μάζευαν στάχτη από το τζάκι την μάζευαν την ημέρα των Θεοφανίων, όταν αγιαζόταν τα νερά και έφευγαν οι καλικάντζαροι. Την στάχτη αυτή την χρησιμοποιούσαν σαν λίπασμα στα αμπέλια για να έχουν καλύτερη σοδειά.»

Ρεπορτάζ-Κείμενο Φωτογραφίες: Μαρία Νικολάου

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος