Στην ανατρεπτική σειρά «Καλά Θα Πάει κι Αυτό» του Δημήτρη Αποστόλου, σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Καραντινάκη πρωταγωνιστεί ένα all star cast ηθοποιών και υπόσχεται γέλιο, αλλά και συγκίνηση σε… σωστές δόσεις.
Η υπόθεση
Ο Πάρις και η Μιχαέλα μεγάλωσαν μαζί, σε μια παραθαλάσσια πόλη που μύριζε αλάτι, αναμνήσεις αθωότητα, αλλά και ψέμα, καταπιεσμένο συναίσθημα και απωθημένα. Οι δυο τους, δεμένοι με εκείνο το νήμα που δεν είχε όνομα. Δεν ήταν ούτε φιλία, ούτε έρωτας, ούτε αίμα. Ήταν όλα μαζί. Μέχρι που δεν ήταν τίποτα.
Τον έρωτα, δεν τον σκοτώνεις με μαχαίρι. Τον σκοτώνεις με μια κουβέντα που δεν έπρεπε να είχε ειπωθεί. Μια φράση του Πάρι τα γκρέμισε όλα. Εκείνη, που τον άκουσε χωρίς να έπρεπε, έφυγε.
Ο Πάρις βυθίστηκε στον μοναχικό του κόσμο και έκανε αυτό που κάνουν οι λυγισμένοι άνθρωποι με υψηλό I.Q. Δεν έγραψε ποίημα, δεν έγραψε γράμμα. Έγραψε κώδικα. Η πλατφόρμα Α.Ι. εφαρμογών, «NEEDS», γεννήθηκε απ’ την ανάγκη του να αγαπηθεί, χωρίς να εκτεθεί. Είναι ένας αλγόριθμος που σε καταλαβαίνει καλύτερα απ’ τη μάνα σου, και μερικές φορές καλύτερα κι απ’ τον εαυτό σου.
Πέντε χρόνια αργότερα, οι δρόμοι τους ξανασυναντιούνται. Τυχαία; Ο Πάρις επιστρέφει αγνώριστος, επιτυχημένος, κομψός και επιβεβαιωμένος. Το νέο look κρύβει τα παλιά «ρούχα»… Αφού είναι το ίδιο κατεστραμμένος όπως τον άφησε η Μιχαέλα. Το δημιούργημά του… η «NEEDS», είναι πλέον το σύστημα που κυβερνά τις ζωές όλων. Η Μιχαέλα μπλέκεται στον ιστό της. Στην εταιρεία που έγινε το πιο δυνατό κοινωνικό φαινόμενο. Εκεί ανακαλύπτει πως οι άνθρωποι δεν άλλαξαν απλώς, αλλά έδωσαν στο Α.Ι. όλα όσα δεν ήθελαν να κουβαλάνε: τον πόνο, τον έρωτα, την απόρριψη, τις ενοχές τους.
Και κάπου εκεί αρχίζει η ιστορία μας.
Το τραγούδι των τίτλων «Καλά θα πάει κι αυτό», ερμηνεύουν ο Γιάννης Γιοκαρίνης και ο Βασίλης Καζούλης.
Tη μουσική υπογράφει ο Νίκος Τερζής και τους στίχους ο Γιάννης Κότσιρας.
Σε ρόλο-έκπληξη ο Γιάννης Κότσιρας
Ο αγαπημένος και ταλαντούχος καλλιτέχνης εισβάλλει στο «Καλά θα πάει και αυτό», υποδυόμενος έναν συνεργάσιμο και πρόσχαρο άνθρωπο, ο οποίος μεταμορφώνεται στο τέλος σε σκοτεινό και δαιμόνιο, που βάζει τους ήρωές μας, διαρκώς, σε περιπέτειες.
Ο Γιάννης Κότσιρας ενσαρκώνει τον Λοΐζο, έναν οικονομικό διαχειριστή μεγάλων fund. Λίγο αφασία, εκ πρώτης όψεως, καλοπερασάκιας, χαλαρός, γυναικάς, συνεργάσιμος, φιλικός, αλλά και ικανός πυροσβέστης δύσκολων «πυρκαγιών», που ανάβει, χάρη στη επιπολαιότητά του, ο Τάσος Σωτηρίου (Γιάννης Ζουγανέλης) στον σκοτεινό εχθρό του, Πάρι Ιορδάνου.
Ο ακίνδυνος ρόλος τού ενδιάμεσου και τού αγγελιοφόρου γρήγορα θα αλλάξει και ο πρόσχαρης Λοΐζος θα μεταμορφωθεί, κατ’ εντολή του Αμερικανού «φίλου», σε έναν δυνάστη τοποτηρητή και εντολοδόχο του, οδηγώντας συχνά τον Τάσο σε απόγνωση και με τάση φυγής όσο πιο μακριά γίνεται…
Όμως, σαν δαιμόνιος που είναι, θα’ ναι πάντα πολλά βήματα μπροστά από τον Τάσο, ο οποίος θα νιώσει στο πετσί του τον απόλυτο κίνδυνο που φτάνει μέχρι την ακεραιότητα των παιδιών του.
Ο Λοΐζος, το περιστέρι που κατέληξε γεράκι, θα είναι ο αρνητικός καταλύτης για τη ζωή πολλών, πέραν της οικογένειας Σωτηρίου…
Σε μια σειρά που βασιλεύει η καλοσύνη, ο Λοΐζος είναι το σκοτεινό και δαιμονικό συστατικό, που θα συσπειρώσει δυνάμεις, θα δοκιμάσει φιλίες και νεύρα και θα επιταχύνει την επαγγελματική άνοδο του Πάρι ή την κάθοδό του στην… Περσεφόνη!
Και επειδή όλοι οι ρόλοι έχουν το μότο τους, η αγαπημένη φράση του Λοΐζου είναι: «Θα πέσουν κεφάλια»…